Φαρμακευτική πολιτική στην Ελλάδα – Ομιλία

Αποτελεί κοινή παραδοχή πως η φαρμακευτική πολιτική στη χώρα μας διακατέχεται από πάρα πολλές στρεβλώσεις, ανέφερε ο κ. Πάνος Καναβός κατά την έναρξη της ομιλίας του με τίτλο «Φαρμακευτική πολιτική στην Ελλάδα: Αναζητώντας τον ορθολογισμό εν μέσω σωρευτικών στρεβλώσεων κατά την περίοδο 2010-2023», η οποία διεξήχθη υπό την προεδρία του κ. Ηλία Κυριόπουλου.

Η Ελλάδα έχει μία σημαντική πρωτοτυπία, παρατήρησε ο κ. Καναβός, καθώς έχει πραγματοποιήσει πολυάριθμες νομοθετικές παρεμβάσεις, οι οποίες ωστόσο δεν αποδίδουν το ανάλογο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Πέντε σημαντικοί τομείς που προκαλούν στρεβλώσεις στο σύστημα της χώρας μας είναι το clawback, το σύστημα τιμολόγησης, οι μηχανισμοί Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας και Διαπραγμάτευσης, η έλλειψη συνταγογραφικών πρωτοκόλλων και το κανάλι διανομής του ΙΦΕΤ.

Τα κριτήρια μιας ορθολογικής φαρμακευτικής πολιτικής που βελτιώνει την πρόσβαση και διασφαλίζει την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος, ανέφερε ο ομιλητής -δίνοντας μία σύντομη περιγραφή του ευρύτερου πλαισίου-, είναι η αποδοτικότητα σε μακρο- και μικρο-οικονομικό επίπεδο, η ισότητα, η παροχή επιλογών και η ορθολογική χρήση φαρμάκων.

Στη χώρα μας, η φαρμακευτική δαπάνη από το 2012 έως και το 2023 βαίνει αυξανόμενη. Ο προϋπολογισμός είναι κλειστός, εξήγησε ο κ. Καναβός, επομένως αυτό που αυξάνει ουσιαστικά τη δαπάνη είναι οι επιστροφές, που περιλαμβάνουν το ίδιο το clawback, τα rebates, αλλά και τις εκπτώσεις για τα φάρμακα των κλειστών προϋπολογισμών. Οι προβλέψεις για το εάν η κατάσταση αυτή συνεχισθεί, είναι ότι από το 2023 έως το 2027 η δαπάνη μπορεί να φθάσει από τα 7,2 περίπου, στα 9,5 δισ. ευρώ συνολικά.

Η καταγραφή των νομοθετικών παρεμβάσεων που υλοποιήθηκαν από το 2012 έως το 2024 και της εξέλιξης της φαρμακευτικής δαπάνης κατά τα έτη αυτά έδειξε πως, ακόμη κι αν κάποιες από αυτές ήταν αρκετά στοχευμένες, σταδιακά ατόνησαν ή αναιρέθηκαν από επόμενες και ουσιαστικά ο στόχος συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης δεν επιτεύχθηκε. Αποκορύφωμα, παρατήρησε ο ομιλητής, είναι η νομοθετική παρέμβαση του 2024 όπου στα κριτήρια διαπραγμάτευσης δεν περιλαμβάνεται καν το κλινικό όφελος. Ουσιαστικά, εξήγησε, αυτό που επιχειρείται με τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει είναι η διαχείριση της υπέρβασης της δαπάνης και όχι της δαπάνης καθαυτής.

Η αύξηση του clawback μέσα σε αυτά τα 12 χρόνια ήταν πολύ μεγάλη, σημείωσε ο κ. Καναβός, και το clawback του 2023 ήταν 13 φορές μεγαλύτερο από του 2012. Το όλο σύστημα υγείας της χώρας μας είναι πληθωριστικό, καθώς διακατέχεται γενικά από μία κουλτούρα προαγωγής και επιβράβευσης της αυξημένης κατανάλωσης, συνέχισε ο ομιλητής, συμπληρώνοντας πως και το ίδιο το clawback αποτελεί καθαρά έναν πληθωριστικό μηχανισμό. Επιπλέον, οι διαφορές στις καθαρές τιμές των φαρμάκων ανά κανάλι διανομής οδηγούν σε ανισότητες στην πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα.

Στο σύστημα τιμολόγησης της χώρας μας, που είναι γνωστό πως βασίζεται σε εξωτερικές τιμές αναφοράς (External Price Referencing – EPR), έχουν επίσης δημιουργηθεί διαχρονικά κάποιες στρεβλώσεις, τις οποίες η Πολιτεία καλείται να αντιμετωπίσει. Οι στρεβλώσεις αυτές που προκαλούνται από συγκεκριμένους κανόνες που εφαρμόζονται στη χώρα μας, όπως η τιμολόγηση με βάση 9-ψήφιο κωδικό και το πλαφόν 7% στη μείωση των τιμών αναφοράς, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην καθαρή τιμή των φαρμάκων και στη δυνατότητα εξοικονόμησης φαρμακευτικής δαπάνης.

Αναφερόμενος στον μηχανισμό Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας και Διαπραγμάτευσης, ο κ. Καναβός επισήμανε πως η ΑΤΥ διερευνά ουσιαστικά κατά πόσο ένα νέο φαρμακευτικό προϊόν είναι ασφαλές, δραστικό, αποτελεσματικό, αποδοτικό και κατά πόσο το σύστημα υγείας μπορεί να το καλύψει. Σήμερα, υπάρχουν 3 μοντέλα Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας, συνέχισε ο ομιλητής, το μοντέλο που βασίζεται στη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας (cost-effectiveness), το μοντέλο αξιολόγησης βάσει του κλινικού οφέλους (clinical benefit assessment) και το μοντέλο αξιολόγησης βάσει της αξίας (value-based assessment). Στην Ελλάδα, τείνουμε να έχουμε ένα μοντέλο αξιολόγησης βάσει του κλινικού οφέλους, αν και η εφαρμογή του παρουσιάζει ακόμη αρκετές ελλείψεις και ασάφειες.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μίας πρόσφατης μελέτης, η διεθνής εμπειρία δείχνει πως πάνω από 70% των φαρμάκων για τα οποία γίνεται αίτηση για ΑΤΥ υπόκεινται σε κλινικούς και συνταγογραφικούς περιορισμούς, με μόνο 16% των φαρμάκων να εγκρίνονται για την ακριβή ένδειξη με την οποία είχαν υποβληθεί στη διαδικασία, ενώ 13% των φαρμάκων απορρίπτονται.

Η Αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας και η Διαπραγμάτευση είναι δύο πολύτιμα εργαλεία που, αν και αποτελούν τη μεγαλύτερη καινοτομία των τελευταίων 15 ετών στη χώρα μας, χρήζουν ωστόσο σημαντικών βελτιώσεων, επισήμανε ο ομιλητής. Στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης, για παράδειγμα, εξήγησε, η διαπραγμάτευση γίνεται με βάση το payback και όχι με τη θεραπευτική αξία του νέου προϊόντος, ενώ το κλινικό όφελος, που μέχρι πρόσφατα συμπεριλαμβανόταν στα κριτήρια της Επιτροπής, δεν συμπεριλαμβάνεται πλέον σε αυτά (ΦΕΚ 196/A/29 Νοεμβρίου 2024, άρθρο 18, παράγραφος 6). Επιπλέον, αν και στην Ελλάδα διαθέτουμε σήμερα θεραπευτικά πρωτόκολλα, συνέχισε ο κ. Καναβός, δεν έχουν δημιουργηθεί κατευθυντήριες οδηγίες συνταγογράφησης με βάση το κλινικό όφελος, την κλινική αποτελεσματικότητα και τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, οι οποίες θα επέτρεπαν τον εξορθολογισμό της συνταγογράφησης και θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη εξοικονόμηση δαπάνης.

Όπως είναι ευρέως γνωστό, ένας μηχανισμός Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας έχει δύο κύριους άξονες, αφενός την αξιολόγηση με βάση την κλινική αποτελεσματικότητα και/ή την οικονομική αποδοτικότητα, αφετέρου την παραγωγή κλινικών και συνταγογραφικών πρωτοκόλλων. Οι άξονες αυτοί θα πρέπει επομένως να εισαχθούν και στην ελληνική πραγματικότητα, παρατήρησε ο ομιλητής.

Όσον αφορά στον ΙΦΕΤ, δήλωσε ο κ. Καναβός, σαφώς αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό κανάλι διανομής φαρμάκων στη χώρα μας, ωστόσο τα τελευταία χρόνια λειτουργεί με πολλές στρεβλώσεις και, ουσιαστικά, ενάντια στις αρχές με τις οποίες νομοθετήθηκε να λειτουργήσει, έχοντας ως αποτέλεσμα την αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης.

Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις στρεβλώσεις του συστήματος στη χώρα μας και να αποκτήσουμε μια πιο ορθολογική φαρμακευτική πολιτική, ανέφερε ολοκληρώνοντας την ομιλία του ο κ. Καναβός, απαιτείται να ακολουθήσουμε μια σειρά από συγκεκριμένα βήματα: να τεθεί ένας στόχος μείωσης της δαπάνης, να δημιουργηθεί ένα διάγραμμα υλοποίησης, να υιοθετηθεί μία πιο ολιστική προσέγγιση, να ποσοτικοποιούνται οι όποιες παρεμβάσεις γίνονται, να γίνεται επιλογή του σωστού μείγματος παρεμβάσεων και να υπάρχει σωστή διακυβέρνηση και παρακολούθηση, αλλά και συνεχής επαναξιολόγηση και προσαρμογή των προτεραιοτήτων μας.